ἀμφίπολοι

ἀμφίπολοι
ἀμφίπολος
busied about
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αμφίπολοι — Άρχοντες των αρχαίων Συρακουσών μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Η θητεία τους ήταν ετήσιας διάρκειας και αριθμούσαν τα έτη με τα ονόματά τους. Η αμφιπολία διήρκεσε περίπου 300 χρόνια …   Dictionary of Greek

  • OECURIA Atheniensium memorabilis — Habebant uxores corum, praeter τὴν γυαικωνίτιδα, de qua supra aliquid voce Gynaconitis, etiam suum θάλαμον ἱςτῶν Polluci memoratum l. 1. c. 8. in quo labori telisque texendis vacabant. Loca vero, in quibus filiae degebant, παρθενῶνες dicebantur,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ύπαιθα — Α 1. επίρρ. από κάτω και πλαγίως (α. «ὕπαιθα λιάσθη», Ομ. Ιλ. β. «ποταμὸς... ὕπαιθα ῥέων», Ομ. Ιλ.) 2. πρόθ. κάτω από κάποιον ή παραπλεύρως («αἱ μὲν ὕπαιθα ἄνακτος ἐποίπνυον [αἱ ἀμφίπολοι]», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπαί, ποιητ. τ. τού ὑπό +… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”